Χρήση Νευροδιεγέρτη

Χρήση νευροδιεγέρτη

Η προστασία και διατήρηση των παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων (νεύρων υπεύθυνων για τις φωνητικές χορδές) είναι βασικό μέλημα του Χειρουργού Ενδοκρινών Αδένων. Ο τραυματισμός τους προκαλεί σε ήπιες περιπτώσεις βραχνάδα και ελαφριά δυσκολία στην αναπνοή και την κατάποση, ενώ σε καταστροφικές περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει σε απόφραξη του αεραγωγού και ανάγκη τραχειοτομής. Αυτή η διαταραχή της κινητικότητας των φωνητικών χορδών (πάρεση) μετά το χειρουργείο στο Θυρεοειδή μπορεί να είναι προσωρινή ή και μόνιμη.

Ο εντοπισμός και η παρασκευή του νεύρου κατά τη Θυρεοειδεκτομή κατέχει πρωταρχικό ρόλο στην επέμβαση. Η οπτική αναγνώριση του είναι απαραίτητη, πολλές φορές όμως είναι δύσκολος ο διαχωρισμός του από άλλες δομές (πχ μικρά αγγεία), ενώ μόνο η οπτική αναγνώριση δεν εξασφαλίζει και την καλή λειτουργικότητα του. Αυτό το χάσμα μεταξύ της ανατομικής και της λειτουργικής διατήρησης των νεύρων επιλύεται με τη χρήση της διεγχειρητικής Νευροπαρακολούθησης.

Η λειτουργία του βασίζεται στην ηλεκτρική δραστηριότητα του νεύρου. Η ηλεκτρική διέγερση του νεύρου προκαλεί ηλεκτρομυική ανταπόκριση (κίνηση του μυός, δηλαδή της φωνητικής χορδής), που αντικατοπτρίζει τη λειτουργία του. Το μηχάνημα μετατρέπει αυτή την απόκριση των λαρυγγικών μυών σε ηλεκτρομυογραφικά σήματα τα οποία μπορούν να παρατηρηθούν οπτικά και ακουστικά.

Η νευροδιέγερση, καθ’ όλη τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης, προσφέρει στο χειρουργό τη βεβαιότητα ότι το νεύρο δεν έχει τραυματιστεί και λειτουργεί κανονικά. Σε ενδεχόμενο βλάβης του παλίνδρομου λαρυγγικού νεύρου, ο χειρουργός το αντιλαμβάνεται κατά τη διάρκεια του χειρουργείου και μπορεί να προσαρμόσει την εγχειρητική του στρατηγική.

Συγκεκριμένα, σε περίπτωση που υπάρξει απώλεια σήματος του νεύρου (διακοπή της λειτουργίας του) κατά την αφαίρεση του ενός λοβού του Θυρεοειδή, που σημαίνει ότι η μία φωνητική χορδή ενδεχομένως δεν λειτουργεί, τότε ο χειρουργός μπορεί να παραιτηθεί από την αφαίρεση του άλλου λοβού ώστε να μη θέσει σε κίνδυνο και το δεύτερο νεύρο και κατ’ επέκταση την ομιλία και την αναπνοή του ασθενούς.

Η τακτική αυτή ονομάζεται θυρεοειδεκτομή σε 2 στάδια, έχει στατιστικά πολύ μικρή πιθανότητα να χρειαστεί και ουσιαστικά εξασφαλίζει απόλυτα τον ασθενή από τον κίνδυνο της τραχειοτομής. Η ολοκλήρωση του χειρουργείου μπορεί να γίνει μετά από 3 μήνες οπότε και αναμένεται να έχει επανέλθει η λειτουργία της παράλυτης φωνητικής χορδής εφόσον βέβαια το νεύρο είναι ανατομικά ακέραιο.

Επομένως η χρήση του νευροδιεγέρτη στην ολική θυρεοειδεκτομή αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα στα χέρια του χειρουργού, χωρίς όμως να υποκαθιστά την εμπειρία και την δεξιότητα αυτού. Προέχει πάντα η άριστη γνώση της ανατομικής του τραχήλου και η εμπειρία στην ανατομική παρασκευή και αναγνώριση του λαρυγγικού νεύρου.

Συνεχής νευροδιέγερση

Σε πολλές περιπτώσεις, παρά τη χρήση της νευροδιέγερσης, η διαταραχή στη λειτουργία του νεύρου γίνεται αντιληπτή μετά την ολοκλήρωση του χειρισμού που την προκάλεσε. Το πρόβλημα αυτό επιλύεται σε μεγάλο βαθμό με τη χρήση της συνεχούς νευροδιέγερσης.

Κατ’ αυτήν, ο Χειρουργός τοποθετεί ένα ηλεκτρόδιο στο πνευμονογαστρικό νεύρο, που παρέχει συνεχές ηχητικό και οπτικό σήμα αντίστοιχο με τη λειτουργία του παλίνδρομου λαρυγγικού νεύρου (κλάδου του πνευμονογαστρικού). Ακόμα και μικρή πτώση των δυναμικών του σήματος αυτού μπορεί να σηματοδοτούν μια αρχόμενη, αλλά αναστρέψιμη βλάβη του νεύρου, συνήθως λόγω έλξης.

Ο χειρουργός στις περιπτώσεις αυτές έχει τη δυνατότητα να «προλάβει» τη βλάβη, δηλαδή να αλλάξει το χειρισμό που προκαλεί την έλξη επί του νεύρου, ακόμα και να διακόψει για μερικά λεπτά το χειρουργείο προλαμβάνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την επερχόμενη διακοπή της λειτουργίας του νεύρου και την πάρεση της φωνητικής χορδής. Είναι σαφές ότι η χρήση του νευροδιεγέρτη μπορεί να βελτιώσει την ασφάλεια της χειρουργικής επέμβασης στον θυρεοειδή και είναι επιθυμητή η εφαρμογή της σε όλες τις περιπτώσεις ανεξαρτήτως της υποκείμενης νόσου.